ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Διονυσιακό Θέατρο (6ος αι. π.Χ.)

Το Διονυσιακό Θέατρο εδράζεται στη Νότια Κλιτύ της Ακροπόλεως, στα βόρεια του ιερού του Διονύσου Ελευθερέως και σε επίπεδο ψηλότερο κατά 3 μ. περίπου. Η οικοδόμησή του συνδέεεται άμεσα με τη διονυσιακή λατρεία. Εδώ τελούνταν οι δραματικοί αγώνες που σχετίζονταν με τα Μεγάλα Διονύσια, ενώ μετά την κατάρρευση των ικρίων της Ορχήστρας της Αγοράς (βλ. παρακάτω) μεταφέρθηκαν στον χώρο του Θεάτρου και οι δραματικοί αγώνες της εορτής των Παναθηναίων.

Η αρχαιότερη κατασκευή του θέατρου, μία ορχήστρα κατάλληλη για τον κύκλιο χορό γύρω από τον βωμό του θεού, την οποία στήριζε κυκλικός αναλημματικός τοίχος από κροκαλοπαγή πέτρα, ανάγεται στο β΄ ήμισυ του 6ου αι. π.Χ., αφότου χτίστηκε ο πρώτος ναός του Διονύσου μέσα στο ιερό τέμενος, ή ίσως στο α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ. Πρόκειται πιθανώτατα για ξύλινη κατασκευή με λίθινο μόνο το κατώτερο μέρος, την λεγόμενη προεδρία. Η θέση της εξυπηρετούσε πρακτικά ζητήματα της λατρείας και ταυτόχρονα διευκόλυνε την παρακολούθηση των εκεί «δρωμένων» από πλήθος θεατών που κάθονταν στο έδαφος της πλαγιάς. Πριν την διαμόρφωσή της, τις ανάγκες των διονυσιακών τελετών κάλυπτε άλλη Ορχήστρα στον κεντρικό χώρο της Αγοράς. Κατά την διάρκεια του 5ο αι. π.Χ., η ορχήστρα μετατοπίσθηκε ελαφρώς βορειότερα και περιέλαβε μια ξύλινη στοά. Ελάχιστα κατάλοιπα από αυτή την φάση σώζονται στις μέρες μας.

Τον 4ο αι. π.Χ., στα πλαίσια της πολιτικής του Λυκούργου (340-330 π.Χ.), ανεγέρθη το μεγάλο Θέατρο του Διονύσου, λαμβάνοντας την μορφή περίπου με την οποία μας είναι γνωστό σήμερα. Η χωρητικότητά του έφθανε τους 15.000 - 17.000 θεατές. Το καινούριο κτίσμα αντικατέστησε την παλαιότερη, απλούστερη θεατρική κατασκευή του 5ου αι. π.Χ., που είχε φιλοξενήσει έργα των Αισχύλου, Σοφοκλέους, Ευριπίδου και Αριστοφάνους, αποκτώντας πλέον μόνιμη μορφή.

Τον κεντρικό χώρο του θεάτρου καταλάμβανε η κυκλική ορχήστρα (διαμέτρου 19,5 μ.) από πατημένο χώμα με τον βωμό του Διονύσου (θυμέλη) στην μέση. Περιμετρικά του ορίου της ορχήστρας ανοιγόταν μεγάλος υπόνομος για την συλλογή και απομάκρυνση των ομβρίων υδάτων. Το πίσω μέρος της έκλεινε επιμήκης λίθινη κιονοστήριχτη σκηνή με προσκήνιο και ορθογώνια παρασκήνια στις δύο πλαϊνές πλευρές της. Επιδέξια δουλεμένοι λίθινοι θρόνοι (προεδρία) τοποθετήθηκαν σε μία σειρά γύρω από τις παρυφές της ορχήστρας για τους επισήμους της πόλης, τους ιερείς, ξένους αξιωματούχους και άλλα τιμώμενα πρόσωπα που κατά καιρούς παρακολουθούσαν τις παραστάσεις. Ακριβώς πίσω τους διαμορφωνόταν σε επάλληλες σειρές καθισμάτων από ασβεστόλιθο το κοίλο του θεάτρου, το οποίο διαιρείτο οριζοντίως σε τρία μέρη από δύο διαζώματα, που χωρίζονταν ακτινωτά με κάθετες κλίμακες σε κερκίδες. Μάλιστα, το δεύτερο διάζωμα συνέπιπτε με τον «Περίπατο», ο οποίος χώριζε το κοίλο σε δύο μέρη, το κατώτερο με τα κτιστά εδώλια και το ανώτερο («Επιθέατρο») που προστέθηκε επί Λυκούργου και έφερε θέσεις λαξευμένες στο φυσικό πέτρωμα του βράχου. Αξιοσημείωτη είναι και η διάρθρωση του χαμηλότερου διαζώματος σε 13 κερκίδες, αριθμός που ανταποκρινόταν στις δέκα αθηναϊκές φυλές, με τις τρεις κεντρικές προορισμένες για τους πρυτάνεις, τους εφήβους και τους ξένους αντίστοιχα. Φαίνεται ότι από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. και εξής το θέατρο άρχισε βαθμιαία να απομακρύνεται από τις διονυσιακές τελετές. Το γεγονός ότι ο περίβολος που περιέκλεισε το ιερό του Διονύσου λίγο πριν τα χρόνια του Λυκούργου άφησε το θέατρο εκτός των ορίων του είναι ίσως ενδεικτικό της υποτιθέμενης σταδιακής εκκοσμίκευσης του χαρακτήρα των θεατρικών παραστάσεων.

Στην ελληνιστική περίοδο η πρώτη σειρά των καθισμάτων αντικαταστάθηκε από μαρμάρινους θρόνους, που προορίζονταν για τα μέλη του αθηναϊκού ιερατείου με κεντρικό αυτόν του ιερέα του Διονύσου Ελευθερέως. Ο παλαιότερος από αυτούς που απαντώνται σήμερα είναι ο θρόνος του ιερέα του Διός Πολιέως του 2ου αι. π.Χ., ενώ οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους χρονολογούνται βάσει των επιγραφών τους στους δύο πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες.

Μέσα στον 1ο αι., στα χρόνια του Νέρωνος, το προσκήνιο επεκτάθηκε εις βάρος της ορχήστρας, υπερυψώθηκε και διακοσμήθηκε με ανάγλυφες παραστάσεις. Η επιδρομή των Ρωμαίων του Σύλλα το 86 π.Χ. προκάλεσε σοβαρές ζημιές στο οικοδόμημα, το οποίο επισκευάσθηκε από τον βασιλέα της Καππαδοκίας Αριοβαζάρνη Β΄ Φιλοπάτωρα. Τον 2ο αι. μ.Χ., επί αυτοκράτορα Αδριανού ή πιθανώτερα επί Αντωνίνου Πίου, κατασκευάσθηκε μπροστά από την σκηνή πόδιο, όπου πιστεύεται ότι είχαν στηθεί τα σωζόμενα αγάλματα γονατιστών Σειληνών, ενώ η ορχήστρα μαρμαροστρώθηκε με πλάκες και καλύφθηκε ο αποχετευτικός αγωγός. Στο κοίλο τοποθετήθηκε ειδικά διαμορφωμένο θεωρείο για τον αυτοκράτορα, ενώ τριγύρω βάθρα φιλοξένησαν τα αγάλματα αυτοκρατόρων, πολιτικών, ρητόρων, τραγικών, κωμοδιογράφων, και άλλων σημαινόντων προσώπων. Τον 3ο αι. μ.Χ., όταν ήταν άρχοντας ο Φαίδρος, επιχειρήθηκε εξωραϊσμός του προσκηνίου του θεάτρου. Μια σειρά από όρθιες μαρμάρινες πλάκες που δημιουργούν περιμετρικά στηθαίο μπροστά από το κοίλο αποτελούν μετασκευή των υστερορρωμαϊκών χρόνων, οπότε η ορχήστρα μετατράπηκε σε πισίνα όπου αναπαριστώνταν εικονικές ναυμαχίες. Με τον Φαίδρο σχετίζεται και το ονομαζόμενο «Βήμα του Φαίδρου», ένα πόδιο με μικρή σκάλα που χτίσθηκε μάλλον μετά την επιδρομή του Αλάριχου, περί τα τέλη 4ου αι. μ.Χ., όπου ανέβαιναν οι ρήτορες για να αγορεύσουν· αυτό βρισκόταν σε χρήση με παρόμοια μορφή ήδη από τον 1ο αι. μ.Χ., εποχή από την οποία η Εκκλησία του Δήμου συγκεντρωνόταν στο Διονυσιακό Θέατρο. Ήταν δέ διακοσμημένο με ανάγλυφες πλάκες που απεικόνιζαν παραστάσεις από τη ζωή του Διονύσου και αρχικά ανήκαν σε άλλο, άγνωστο σ’ εμάς μνημείο των μέσων περίπου του 2ου αι. μ.Χ. Τέλος, τον 5ο αι. μ.Χ. η ορχήστρα μετατράπηκε σε αίθριο με περιρραντήριο στο κέντρο, ενώ σε σημείο λίγο ανατολικώτερά της υπήρχε μικρή μονόχωρη παλαιοχριστιανική κοιμητηριακή βασιλική ( < βρέθηκαν πολλοί τάφοι).


Ζωγραφική αναπαράσταση του Διονυσιακού Θεάτρου κατά τους κλασσικούς χρόνους, με το Ωδείον του Περικλέους στο πίσω μέρος. Άποψη από βορειοδυτικά.

Φανταστική αναπαράσταση του Διονυσιακού Θεάτρου από τον J. Buhlmann.

Σχέδιο της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Διονυσιακού Θεάτρου (μέσα 5ου αι. μ.Χ.).





ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ