Βάθρο των Επωνύμων Ηρώων (420 π.Χ., β΄ φάση περί το 330 π.Χ.)
Είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα μνημεία της αθηναϊκής Αγοράς, του οποίου η πορεία εξελίχθηκε παράλληλα με την ιστορία της πόλης από τους κλασσικούς έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Ταυτίζεται με ασφάλεια λόγω της ιδιαίτερης μορφής του και χάρη στις μαρτυρίες των αρχαίων πηγών. Η παλαιότερη από τις σχετικές αναφορές των αρχαίων συγγραφέων απαντάται στο έργο «Ειρήνη» του Αριστοφάνους (421/0 π.Χ.), όπου ο κωμωδιογράφος μας δίνει πληροφορίες και για τον πρακτικό ρόλο του οικοδομήματος. Η ανέγερσή του φαίνεται να συνδέεται με το Μητρώον και την μόνιμη αρχειακή συλλογή του, αφού γνωρίζουμε ότι χρησιμοποιήθηκε για την τήρηση προσωρινών αρχείων, λειτουργώντας έτσι ως μέσο μαζικής επικοινωνίας του κράτους με τους πολίτες. Μολονότι πρέπει να είχε πρωτοχτιστεί ήδη πριν το 420 π.Χ., από αυτήν την φάση έχουν διασωθεί μόνο τα αποσπασματικά κατάλοιπα θεμελίωσης της βάσης του κοντά στην νοτιοδυτική γωνία της Αγοράς.
Το μνημείο που συναντάει ο σημερινός επισκέπτης στο κέντρο του χώρου, σε μικρή απόσταση από την ανατολική πλευρά του Μητρώου, ανάγεται, βάσει της κεραμεικής που βρέθηκε στην τάφρο θεμελίωσής του, στο β΄ ήμισυ του 4ου αι. π.Χ., και συγκεκριμένα στα χρόνια περί το 330 π.Χ. Πρόκειται για μακρόστενο συμπαγές βάθρο, που περικλειόταν από λίθινο φράγμα (ύψους 1,5 μ.) στη μορφή περιβόλου με στέγασμα τριγωνικής διατομής και στο επάνω μέρος του έφερε τους – χαμένους πλέον – χάλκινους ανδριάντες των Επωνύμων Ηρώων, που είχαν δώσει τα ονόματά τους στην πολιτική διαίρεση των Αθηναίων σε δέκα φυλές με τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένους (508/7 π.Χ.), καθώς και από έναν τριποδικό λέβητα σε καθένα από τα δύο άκρα εκατέρωθεν των αγαλμάτων. Στην πρόσοψη του βάθρου (ύψους 2 μ. περίπου), κάτω από κάθε άγαλμα, το αθηναϊκό κράτος αναρτούσε σε τακτά χρονικά διαστήματα τα λεγόμενα «λευκώματα», ασπρισμένες (βαμμένες λευκές) ξύλινες σανίδες-πινακίδες που έφεραν γραπτές ανακοινώσεις για διάφορα θέματα της επικαιρότητας (προτεινόμενα νομοσχέδια, νόμοι, κ.ά.) και επείχαν τον ρόλο δημοσίων ‘‘εφημερίδων τοίχου’’ της εποχής προς ενημέρωση των πολιτών κάθε φυλής αντίστοιχα.
Σχεδόν μία γενιά αργότερα, στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., το μνημείο δέχθηκε σημαντικές τροποποιήσεις, οι οποίες αντικατοπτρίζουν τις αλλαγές που σημειώθηκαν στην οργάνωση του φυλετικού συστήματος. Έπειτα από προσωπικό αίτημα του Δημητρίου του Πολιορκητού (307 π.Χ.), που στο μεταξύ είχε αναλάβει τα ηνία της πόλης, να ιδρυθεί νέα φυλή προς τιμήν του, οι Αθηναίοι προχώρησαν στην θέσπιση δύο επιπλέον φυλών, της Δημητριάδος και της Αντιγονίδος (προς τιμήν του πατέρα του Δημητρίου Αντιγόνου Α΄ του Μονόφθαλμου) και ταυτόχρονα αντικατέστησαν τους τρίποδες που κοσμούσαν το βάθρο με δύο καινούρια αγάλματα. Μέσα στον 2ο αι. π.Χ., με την έλευση του ελληνιστικού ηγεμόνος της Περγάμου Αττάλου Β΄, δημιουργήθηκε ακόμα μία φυλή, η Ατταλίς, ως αντάλλαγμα για τις ευεργεσίες που ο Άτταλος προσέφερε στην Αθήνα, ενώ τον 2ο αι. μ.Χ. ιδρύθηκε η Αδριανίς φυλή προς τιμήν του φιλέλληνα ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού. Ως αποτέλεσμα, ο συνολικός αριθμός των φυλών έφθασε τις δεκατέσσερεις, γεγονός που επέβαλε όχι μόνο την πρακτική αναδιάταξη του πολιτικού σώματος στους δήμους, ώστε να κατανεμηθεί ισόρροπα κατ’ αναλογίαν προς τις φυλές, αλλά και την επέκταση του Βάθρου των Επωνύμων Ηρώων προς νότον, προκειμένου να φιλοξενήσει τους δύο τελευταίους ανδριάντες.
Κάτοψη, τομή κατά μήκος και προοοπτική αναπαράσταση του Μνημείου-Βάθρου των Επωνύμων Ηρώων.
|